Το βάρος που θα προσλάβει η έγκυος κατά την εγκυμοσύνη είναι ιδιαίτερα σημαντικό, τόσο για την υγιή έκβαση της κύησης όσο και για τη μακροπρόθεσμη υγεία της μητέρας αλλά και του μωρού. Πρόσφατες μελέτες δείχνουν πως μόλις το 32% των γυναικών προσλαμβάνουν το συνιστώμενο βάρος κατά την κύηση, ενώ 48% προσλαμβάνουν περισσότερο βάρος από αυτό που συστήνεται και 21% των εγκύων λιγότερο.
Η ανεπαρκής αύξηση του σωματικού βάρους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σχετίζεται με τη γέννηση ενός μωρού που είναι πολύ μικρό. Τα μωρά που γεννιούνται πολύ μικρά έχουν αυξημένες πιθανότητες να έχουν δυσκολία στην έναρξη του θηλασμού, να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για ασθένειες και μπορεί να παρουσιάσουν αναπτυξιακές καθυστερήσεις, δηλαδή να μην πληρούν τα ορόσημα για την ηλικία τους. Αντίθετα, η αύξηση βάρους μεγαλύτερη από την συνιστώμενη σχετίζεται με τη γέννηση πολύ μεγάλου βρέφους, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε επιπλοκές κατά τη διάρκεια του τοκετού, ανάγκη για καισαρική και παχυσαρκία κατά την παιδική ηλικία. Επίσης, φαίνεται πως όταν υπάρχει περίσσεια αύξησης βάρους κατά την κύηση και δεν αποβάλλεται μετά τη γέννα, μπορεί να οδηγήσει σε παχυσαρκία.
Το ποσοστό του βάρους που πρέπει να αυξηθεί κατά την κύηση σχετίζεται άμεσα από το βάρος της γυναίκας πριν την εγκυμοσύνη. Το πρώτο τρίμηνο κυήσεως η αύξηση βάρους της εγκύου δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 1-2 κιλά. Το 2ο και 3ο τρίμηνο, ωστόσο, τα πράγματα διαφοροποιούνται. Οι γυναίκες που πριν ξεκινήσουν την κύηση ήταν Λιποβαρείς (Δείκτης Μάζας Σώματος<18,5 kg/m2), πρέπει να αυξηθεί το βάρος τους κατά 12,5- 18 κιλά, δηλαδή να αυξάνεται κατά 500 γραμμάρια την εβδομάδα. Οι γυναίκες που πριν από την κύηση είχαν φυσιολογικό βάρος (Δείκτης Μάζας Σώματος= 18,5-24,9 kg/m2) πρέπει να αυξηθεί το βάρος τους κατά 11,5- 16 κιλά, δηλαδή να αυξάνεται κατά 400 γραμμάρια την εβδομάδα. Όσον αφορά εκείνες που πριν ξεκινήσουν κύηση ήταν Υπέρβαρες (Δείκτης Μάζας Σώματος= 25- 29,9 kg/m2) πρέπει να αυξηθεί το βάρος τους κατά 7- 11,5 κιλά, δηλαδή να αυξάνεται κατά 300 γραμμάρια την εβδομάδα. Τέλος, εάν πριν την έναρξη της εγκυμοσύνης η γυναίκα ήταν Παχύσαρκη (Δείκτης Μάζας Σώματος<30kg/m2 ), πρέπει να αυξηθεί το βάρος κατά 5- 9 κιλά, δηλαδή να αυξάνεται κατά 200 γραμμάρια την εβδομάδα.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως η φήμη ότι «πρέπει να τρως για δυο» δεν έχει επιστημονική τεκμηρίωση. Αντιθέτως, αυτή η πρακτική μπορεί να οδηγήσει σε περίσσεια εναπόθεση βάρους και λιπώδη ιστού, που ενδεχομένως να καταλήξει σε ανεπιθύμητες καταστάσεις υγείας όπως προεκλαμψία ή σακχαρώδη διαβήτη κύησης. Προκειμένου να υπάρχει υγιής αύξηση βάρους, οι γυναίκες θα πρέπει να λαμβάνουν τις απαραίτητες ενεργειακές ανάγκες τους με μια προσθήκη 300-350 θερμίδων ημερησίως. Όμως, είναι απαραίτητη η συμπληρωματική χορήγηση κάποιων θρεπτικών συστατικών, όπως φυλλικό οξύ.
Εν κατακλείδι, το ποσοστό αύξησης βάρους κατά την κύηση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην υγεία της μητέρας και του βρέφους. Το ποσοστό αυτό εξαρτάται από το βάρος της εγκύου πριν από την εγκυμοσύνη και η μη τήρηση των συστάσεων είναι ικανή να οδηγήσει σε ανεπιθύμητα αποτελέσματα. Η παρακολούθηση του βάρους σας από το γυναικολόγο σας σε συνδυασμό με έναν διαιτολόγο είναι ιδανική.